ΑΡΕΤΗ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ – ΑΡΤΕΜΙΣ ΚΛΙΑΦΑ
Την αποδόμηση των δομών ειδικής αγωγής
προωθεί το νέο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας
Να δεις τι άλλο σου ‘χω για μετά…
Την Παρασκευή 16 Μαρτίου, ημέρα κινητοποίησης των εκπαιδευτικών ενάντια στην ελαστική εργασία επέλεξε το υπουργείο Παιδείας να δώσει στη δημοσιότητα για διαβούλευση το σχέδιο νόμου του υπουργείου Παιδείας « ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΔΟΜΩΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ». Τη στιγμή που ο υπουργός Παιδείας δε δεσμεύονταν για τον αριθμό των διορισμών και επαναλάμβανε για άλλη μια φορά ότι ο αριθμός των μόνιμων προσλήψεων θα εξαρτηθεί από την αξιολόγηση των Θεσμών και την πορεία της οικονομίας, δημοσιοποίησε σχέδιο νόμου για τις υποστηρικτές δομές. Το σχέδιο νόμου υλοποιεί τις μέχρι τώρα δεσμεύσεις της κυβέρνησης για την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων και την επιλογή στελεχών στην εκπαίδευση. Επίσης, ενσωματώνει με τον πιο άμεσο τρόπο τις οδηγίες της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ για την ειδική εκπαίδευση και αγωγή.
Πιο συγκεκριμένα, στο σχέδιο νόμου περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, μια σειρά άρθρα που αφορούν στην ειδική εκπαίδευση και πιο συγκεκριμένα στη μετατροπή των ΚΕΔΔΥ σε ΚΕΣΥ. Πέρα από την αλλαγή της ονομασίας, τα συγκεκριμένα άρθρα σηματοδοτούν όχι απλά την απορρύθμιση αλλά τη διάλυση της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης. Βεβαίως δεν γίνεται καμία αναφορά στους λόγους για τους οποίους τα ΚΕΔΔΥ δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στο ρόλο τους: την ανυπαρξία μόνιμων διορισμών στις κενές οργανικές θέσεις με αποτέλεσμα αυτές είτε να μένουν κενές είτε να στελεχώνονται για χρόνια με προσλήψεις αναπληρωτών και τα τεράστια λειτουργικά προβλήματα (στέγαση, υλικοτεχνική υποδομή).
Επίσης, το σχέδιο νόμου από τη μία προωθεί την αυτονομία της σχολικής μονάδας ενώ ταυτόχρονα είναι συγκεντρωτικό και διαμορφώνει ασφυκτικούς μηχανισμούς ελέγχου στα σχολεία.
Επιπλέον, στρέφεται ενάντια στα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες προωθώντας το κοινωνικό μοντέλο για την αναπηρία, επιδιώκοντας να αποκρύψει την ιδιαιτερότητά της, αλλά και την ιδιαίτερη ανάγκη υποστήριξης που έχουν τα άτομα με αναπηρία.
Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, αλλάζοντας το ρόλο των ΚΕΔΔΥ, επίκεντρο των ΚΕΣΥ δεν θα αποτελεί πλέον ο μαθητικός πληθυσμός με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες αλλά το σχολείο. Τα ΚΕΣΥ θα παρέχουν συμβουλευτική υποστήριξη, θα διερευνούν τις ατομικές ή ομαδικές εκπαιδευτικές και ψυχοκοινωνικές ανάγκες όλου του μαθητικού πληθυσμού, θα προωθούν τον επαγγελματικό προσανατολισμό στη Β/θμια Εκπαίδευση και την διαφοροποιημένη διδασκαλία.
Η διάγνωση, η οποία ορίζει σαφώς τις μαθησιακές δυσκολίες και τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών με αναπηρία καθώς και τις παρεμβάσεις που απαιτούνται για την ομαλή σχολική τους προσαρμογή απουσιάζει πλέον από τις αρμοδιότητες των ΚΕΣΥ. Επιπλέον, οι καταργημένες θέσεις ειδικοτήτων (π.χ. παιδοψυχιάτρων) και η μείωση άλλων (π.χ. λογοθεραπευτών) θα αναγκάσουν τις οικογένειες, ειδικά των μαθητών που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, να αναζητήσουν σε ιδιώτες τη διάγνωση αλλιώς θα πρέπει να περιμένουν στις τεράστιες λίστες αναμονής των ιατροπαιδαγωγικών κέντρων (τα οποία ΔΕΝ υπάρχουν σε όλους τους νομούς και τις πόλεις της χώρας).
Στο σχέδιο νόμου, για άλλη μια φορά επανέρχονται οι ΕΔΕΑΥ, χωρίς να αναφέρεται πουθενά με ποιο τρόπο θα στελεχωθούν (ή μάλλον «όπου λειτουργούν», όπως λέει και το σ/ν) και όταν όλοι γνωρίζουμε ότι οι περισσότερες δε λειτουργούν λόγω έλλειψης διορισμών στις θέσεις Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού. Το σ/ν ξεκαθαρίζει ότι δεν πρόκειται να συστήσει ΕΔΕΑΥ σε όσα σχολεία δεν έχουν και επιφορτίζει την υποστήριξη των μαθητών σε ομάδα που θα συστήσει ο σύλλογος διδασκόντων!!!
Ταυτόχρονα μεταφέρει στους δασκάλους των τμημάτων ένταξης έναν τεράστιο όγκο δουλειάς: Οι ΕΔΕΑΥ θα διαμορφώνουν το εξατομικευμένο πρόγραμμα για κάθε μαθητή, οι εκπαιδευτικοί των Τ.Ε. όμως θα υποστηρίζουν τους μαθητές των σχολείων τους, θα συμμετέχουν στις ΕΔΕΑΥ, θα αποτελούν τους διαμεσολαβητές μεταξύ ΚΕΣΥ και σχολικών μονάδων και βέβαια θα πρέπει να αξιολογούν τους μαθητές που προτείνονται για την υποστήριξή τους στις ΕΔΕΑΥ. Οι συνεδριάσεις των ΕΔΕΑΥ και των ομάδων υποστήριξης θα γίνονται φυσικά στα πλαίσια του εργασιακού ωραρίου των εκπαιδευτικών και να πως έρχεται λοιπόν και κουμπώνει γιατί το υπουργείο προχώρησε στη νομοθετική ρύθμιση ξανά για την υποχρεωτική παραμονή των εκπαιδευτικών στο σχολείο.
Ακόμη όμως και αν ένας μαθητής έχει υποστηριχτεί από την ΕΔΕΑΥ (μέσα από την εφαρμογή βραχυπρόθεσμου προγράμματος), η παραπομπή για αξιολόγηση από το ΚΕΣΥ θα απαιτεί η αίτησή του να συνοδεύεται από πλήρως αιτιολογημένη έκθεση του συλλόγου διδασκόντων όπου θα αναφέρονται αναλυτικά όλες οι προηγούμενες παρεμβάσεις υποστήριξης από την ΕΔΕΑΥ και το σχολείο. Το δικαίωμα ενός μαθητή να έχει πρόσβαση στη διάγνωση των δυσκολιών του, δηλαδή, θα γίνεται με το σταγονόμετρο. Είναι εμφανές ότι με τις διατάξεις του νομοσχεδίου επιχειρείται να περιοριστεί ο αριθμός των παιδιών που θα φτάνουν στα ΚΕΣΥ, να υποβαθμιστεί ο ρόλος της διάγνωσης και των παρεμβάσεων που απορρέουν από αυτή, ενώ ταυτόχρονα να μεταφερθεί στο σχολείο η ευθύνη για την βελτίωση των εκπαιδευτικών και κοινωνικών δυσκολιών τους. Στόχος του υπουργείου προφανώς δεν είναι ούτε η πρόληψη αλλά ούτε και η θεραπεία των δυσκολιών των μαθητών αλλά απλώς η μετακύλιση της ευθύνης από το κράτος στους εκπαιδευτικούς και την οικογένεια. Δεν υπάρχει καμία ερμηνεία αλλά και κανένα ενδιαφέρον για αναζήτηση των λόγων για τους οποίους οι μαθητές με ή χωρίς αναπηρίες παρουσιάζουν δυσκολίες (τεράστια ύλη, ακατάλληλα αναλυτικά προγράμματα και βιβλία, εξετάσεις, ελλιπής επιμόρφωση εκπαιδευτικών, οικονομική και κοινωνική κατάσταση) και φυσικά καμία πρόθεση, μέσα από ένα νόμο για την (ειδική και γενική) εκπαίδευση και από πραγματικές υποστηρικτικές παρεμβάσεις οι δυσκολίες αυτές να αμβλυνθούν.
Και οι διατάξεις του νομοσχεδίου που αφορούν την ειδική εκπαίδευση και αγωγή και τον τρόπο υποστήριξης των μαθητών συνδέονται άμεσα με την αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας καθώς οι σύλλογοι διδασκόντων θα διαμορφώνουν προγράμματα και θα πρέπει στο τέλος της χρονιάς να αξιολογούν την πορεία τους και την επίτευξη των στόχων που τέθηκαν.
Εν κατακλείδι, το σχέδιο νόμου που δόθηκε σε διαβούλευση έρχεται σε αντίθεση με τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών με αναπηρία ενώ παράλληλα επιδιώκει να καταστήσει τον εκπαιδευτικό ως τον μοναδικό υπεύθυνο για την υποστήριξη των μαθητών και την ομαλή ένταξη τους στο σχολείο και την κοινωνία. Θα αποτελέσει ένα σφικτό μηχανισμό ελέγχου και αξιολόγησης για τους εκπαιδευτικούς ενώ ταυτόχρονα θα οδηγήσει χιλιάδες οικογένειες να βάλουν το χέρι πιο βαθιά στην τσέπη, στρέφοντάς τους στους ιδιώτες, τη στιγμή που οι μνημονιακές πολιτικές, η ανεργία και η φορομπηξία έχουν λεηλατήσει τους εργαζόμενους.
Απέναντι σε ένα σχέδιο νόμου που διαλύει την ειδική εκπαίδευση και αγωγή, ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΣΥΝΕΧΊΣΟΥΜΕ ΝΑ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ.